Πρόγραμμα ΠΑΣΟΚ

Η ΝΕΑ ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Οι πολλαπλές κρίσεις των τελευταίων δεκαπέντε ετών κατέδειξαν ότι η αυτορρύθµιση των αγορών όχι µόνο δεν είναι αποτελεσµατική, αλλά ούτε αυξάνει την κοινωνική ευηµερία ούτε µπορεί να προσφέρει δηµόσια αγαθά σε κρίσιµες περιστάσεις, όπως αυτή της πανδηµίας ή των επιπτώσεων της κλιµατικής αλλαγής.

Το µεγάλο ζητούµενο για την ευρωπαϊκή σοσιαλδηµοκρατία και τις δυνάµεις του δηµοκρατικού σοσιαλισµού ανά τον κόσµο είναι να ανακτήσουµε την κυριαρχία µας στο πεδίο των ιδεών, προϋπόθεση για την επικράτησή µας στο πεδίο της πολιτικής και της διακυβέρνησης.

Η σύγχρονη σοσιαλδηµοκρατία έχει ως πρωταρχικό καθήκον την αναζήτηση µιας νέας πολιτικής σύνθεσης, που προσελκύει τους χαµένους της παγκοσµιοποίησης, αυτούς που βρίσκονται «εκτός» ή στις παρυφές του εργασιακού και προνοιακού συστήµατος, αλλά και τα δυναµικά µεσοστρώµατα και τις νέες γενιές που διατυπώνουν προωθηµένα πολιτισµικά και αξιακά ζητήµατα και αναζητούν πολιτική εκπροσώπηση. Το νέο κοινωνικό συµβόλαιο δεν µπορεί παρά να οργανωθεί µε επίκεντρο έναν νέο συµβιβασµό κεφαλαίουεργασίας, αλλά επ’ ωφελεία του ανίσχυρου µέρους, του κόσµου της εργασίας. Με την επεξεργασία µιας σύγχρονης πολιτικής ταυτότητας που να συλλαµβάνει και να δίνει πολιτικό σχήµα στις νέες αξιακές τάσεις της εποχής µας.

Η κρατική παρέµβαση και η ουσιώδης σηµασία του «δηµοσίου» επανέρχεται στο προσκήνιο για να διασώσει τις οικονοµίες, να προσφέρει δηµόσια αγαθά και υπηρεσίες στους πολίτες και να εγγυηθεί τη δίκαιη και αποτελεσµατική µετάβαση στην πράσινη και ψηφιακή εποχή.

Αυτό γίνεται ακόµη πιο επιτακτικό στο πλαίσιο της διαµόρφωσης ενός νέου παγκόσµιου γεωπολιτικού χάρτη και των µεγάλων προκλήσεων που καλείται να αντιµετωπίσει η ανθρωπότητα. Η κατάσταση της δηµοκρατίας στον κόσµο γίνεται χρόνο µε τον χρόνο χειρότερη, το µεγαλύτερο µέρος του κόσµου ζει πλέον σε χώρες µε αυταρχικά καθεστώτα. Η κλιµατική αλλαγή, η εξάντληση των φυσικών πόρων, οι πυρηνικοί εξοπλισµοί, οι εξελίξεις στη βιοτεχνολογία, η πανδηµία και οι θηριώδεις κοινωνικές ανισότητες περιπλέκονται µε την ωµή παραβίαση του διεθνούς δικαίου, την ανάδυση οικονοµικών εθνικισµών και έναν αναγεννώµενο αλυτρωτισµό στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια.

ΕΛΛΑΔΑ

Στη νέα παγκόσµια και ευρωπαϊκή πραγµατικότητα, η Ελλάδα καλείται να δώσει τις δικές της απαντήσεις, µε τις ιδιαιτερότητες και τις αδυναµίες της, αλλά και µε το κεκτηµένο του ισότιµου µέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης.

Η µεγάλη αύξηση του πληθωρισµού και της ακρίβειας περισφίγγει ολοένα και περισσότερο την ελληνική, αλλά και τις ευρωπαϊκές οικονοµίες. Οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται, χιλιάδες µικρές και µεσαίες επιχειρήσεις πτωχεύουν, µε αποτέλεσµα την κατάργηση πολλών θέσεων εργασίας. Η φτώχεια και η ανεργία ξεπερνούν κατά πολύ το µέσο όρο των χωρών της ΕΕ, ενώ η δoµική αλλαγή των εργασιακών σχέσεων δηµιουργεί τεράστια προβλήµατα στους εργαζόµενους, µε το φαινόµενο της αδήλωτης και της «µαύρης» εργασίας να είναι εκτός ελέγχου. Οι συνθήκες διαβίωσης επιδεινώνονται για µεγάλα τµήµατα του λαού µας µε τον πληθωρισµό να διαβρώνει µε ταχύτητα την ήδη χαµηλή αγοραστική δύναµη των µισθών και συντάξεων.

Σήµερα, στην Ελλάδα, πλήττονται περισσότερο οι νέες γενιές, αυτές που κλήθηκαν να πληρώσουν, µε τον πλέον επώδυνο τρόπο, τις επιλογές και τα λάθη του παρελθόντος.

Στους νέους µας επικρατεί Ανασφάλεια, Απογοήτευση, Φόβος, το αίσθηµα της Αδικίας και Αγωνία για το µέλλον τους. Πιστεύουν ότι η όποια εξέλιξη της χώρας δεν τους αφορά. Ένας µεγάλος αριθµός αµφισβητεί τη χρησιµότητα της πολιτικής και των δηµοκρατικών θεσµών, την ουσία της δηµοκρατίας, δεν συµµετέχει στις εκλογικές διαδικασίες, στη λειτουργία των πολιτικών κοµµάτων, στα συνδικάτα, αλλά και στις εθνικές εκλογές. Μια νέα ανισότητα έρχεται να προστεθεί στις ήδη υπάρχουσες, η διαγενεακή ανισότητα, η προοπτική να ζήσουν οι νέες γενιές χειρότερα από τους γονείς τους.

ΤΟ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ

Η γενικευµένη ανασφάλεια, η αβεβαιότητα, η απογοήτευση και ο φόβος για το αύριο έχει οδηγήσει ένα πολύ µεγάλο µέρος των συµπολιτών µας, που προσεγγίζει το 50%, να αισθάνονται ότι βρίσκονται «εκτός των τειχών» της κοινωνίας. «Εκτός» δεν αισθάνονται µόνον άνθρωποι που ζουν µε προνοιακά επιδόµατα, στα σύνορα της φτώχειας, αλλά και άνθρωποι που έχουν δουλειά, σπίτι, οικογένεια, αυτοκίνητο, µα νιώθουν πως ισορροπούν σε ένα σχοινί δίχως δίχτυ ασφαλείας, πως η ζωή τους απειλείται και πως αδικούνται σε έναν κόσµο χαοτικών ανισοτήτων.

Βασική αρχή της ιδεολογίας µας είναι ότι τα πολιτικά δικαιώµατα αποκτούν δηµοκρατικό περιεχόµενο µόνο όταν βασίζονται σε κοινωνικά δικαιώµατα. Αυτό, το 50%, συνεπώς, αποτελεί και ένα µέτρο του
«δηµοκρατικού ελλείµµατος» στη χώρα µας. Έλλειµµα, που δεν αφορά µόνο το κράτος δικαίου, τους θεσµούς και την διακυβέρνηση, αλλά την έλλειψη εργασιακών και κοινωνικών δικαιωµάτων απαραίτητων για την συµµετοχή στην κοινωνική ζωή µε αξιοπρέπεια και προοπτική.

Το «δηµοκρατικό έλλειµµα» αφορά σε ένα µεγάλο και ετερόκλητο µέρος των πολιτών – αδύναµα στρώµατα, ανασφαλή και συνεχώς πιεζόµενα τµήµατα της µικροµεσαίας τάξης, νέες γενιές της επισφάλειας µε υψηλό εκπαιδευτικό και πολιτισµικό κεφάλαιο – αφορά σε ανασφάλεια διαβίωσης, έλλειψη προοπτικής και ανεπάρκεια πολιτικής εκπροσώπησης.

Ένα σηµαντικό τµήµα της µικρής και µεσαίας τάξης βλέπει το βιοτικό της επίπεδο να υποχωρεί συνεχώς και µηδενικές προοπτικές για τα παιδιά της. Ο νέος επιστήµονας που δεν µπορεί να ανταποκριθεί στις
δαπάνες στέγασης και διαβίωσης και να δηµιουργήσει οικογένεια. Που απαιτεί ρυθµίσεις και ευελιξίες για τις σύγχρονες µορφές ψηφιακής εργασίας. Που υποστηρίζει την επιχειρηµατικότητα και την δυναµικότητα του ιδιωτικού τοµέα, αλλά όχι τις κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις, τη διαφθορά και τη διαπλοκή. Που απαιτεί σύγχρονη παιδεία και αποτελεσµατικές δοµές υποστήριξης και χρηµατοδότησης για να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες της ψηφιακής επανάστασης και των startups σε παγκόσµιο επίπεδο.

Αυτό το νέο πρεκαριάτο και ιδιαίτερα οι νέες γενιές της επισφάλειας και των social media αποτελούν ένα κρίσιµο µέγεθος σήµερα.

Οι γενιές αυτές νοιώθουν πιο πολύ από ποτέ outsiders ακριβώς τη στιγµή που έρχεται η ώρα νααναλάβουν τα ηνία του κόσµου.

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Οι σοσιαλδηµοκράτες πιστεύουµε ότι η πραγµατική κινητήριος δύναµη της οικονοµικής και κοινωνικής προκοπής είναι ο κόσµος της εργασίας, η µικρή και µεσαία τάξη, και ότι για να κινηθεί και πάλι η µηχανή αυτή πρέπει να επενδύσουµε σε τρία πράγµατα: σε δουλειές και απασχόληση, σε εκπαίδευση και γνώσεις, σε ευκαιρίες. Πρέπει να επικεντρώσουµε στις περιοχές αυτές, για να κάνουµε τη χώρα µας ένα µαγνήτη για καλές δουλειές, να εξασφαλίσουµε ότι τα παιδιά µας, οι νέοι και οι εργαζόµενοι έχουν τα προσόντα να δουλέψουν στις θέσεις αυτές, και να κατοχυρώσουµε το ότι η σκληρή και παραγωγική δουλειά διασφαλίζει µια αξιοπρεπή ζωή και την προοπτική ότι τα παιδιά µας θα ζήσουν καλύτερα από εµάς.

Η κυβέρνηση επαίρεται για την µείωση του στατιστικού δείκτη της ανεργίας. Δεν αµφισβητούµε τα στατιστικά στοιχεία, αλλά δυστυχώς η ευηµερία αφορά µόνο τους οικονοµικούς δείκτες. Η πραγµατική κατάσταση στην αγορά εργασίας και την κοινωνία απέχει µακράν από την ειδυλλιακή εικόνα που προσπαθεί να κατασκευάσει η κυβέρνηση.

Οι στατιστικοί δείκτες, οι «οικονοµικές επιδόσεις», η «ανάπτυξη» και η µείωση της στατιστικής ανεργίας στηρίζονται σε µια οικονοµική πολιτική που για τους εργαζόµενους δεν είναι ούτε ορθή, ούτε υπεύθυνη, ούτε αποτελεσµατική, όπως διατείνεται η κυβέρνηση.

Αντίθετα, η ακολουθούµενη οικονοµική πολιτική διευρύνει τις ανισότητες και την επισφάλεια στην αγορά εργασίας. Η συνεχής απορρύθµιση των εργασιακών σχέσεων – χωρίς την πίεση κάποιας τρόικας – και η διάλυση της Επιθεώρησης Εργασίας, αποτελούν αναπόσπαστο τµήµα και σηµαντικότατο παράγοντα της οικονοµικής πολιτικής και των «αναπτυξιακών επιδόσεων» και των «επενδύσεων» που δηµιουργούν κατά κύριο λόγο επισφαλείς θέσεις εργασίας αναξιοπρεπών µισθών

Στο σηµείο αυτό έγκειται και η βαθιά διαφορά µας µε τις πολιτικές της Συντήρησης. Η εργασία αποτελεί την πιο απτή και υλική παράµετρο της ανθρώπινης ζωής, το θεµέλιο της ατοµικής και κοινωνικής αξιοπρέπειας. Η προστασία της εργασίας, το δικαίωµα στην αξιοπρεπή δουλειά και ένα δίκαιο µισθό, η ενίσχυση του συνδικαλισµού, η µείωση των ανισοτήτων, η δίκαιη κατανοµή των φορολογικών βαρών και η αναδιανοµή βρίσκονται στην καρδιά της πολιτικής µας.

Για εµάς, την σύγχρονη σοσιαλδηµοκρατία, η οικονοµική ανάπτυξη, οι εξαγωγές, οι επενδύσεις, η ανταγωνιστικότητα της οικονοµίας, η καινοτοµία και η παραγωγικότητα των επιχειρήσεων δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι το µέσο και το όχηµα για την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζοµένων και της µεσαίας τάξης, την πραγµατική µείωση των ανισοτήτων, την ουσιαστική προστασία των αδυνάµων και την αναγέννηση της ελπίδας ότι η νέα γενιά θα ζήσει καλύτερα από τους γονείς της.

Η ατοµική και κοινωνική αξιοπρέπεια των εργαζοµένων είναι το µέτρο και το ύστατο κριτήριο των οικονοµικών επιδόσεων.

Αυτός είναι ο πυρήνας του προγράµµατός µας.

Πως ο κόπος και ο µόχθος του εργαζόµενου µπορεί να διασφαλίσει µια αξιοπρεπή ζωή και προοπτική για τα παιδιά µας; Τι προσαρµογές απαιτούνται για να επιβιώσουµε µε αξιοπρέπεια σε ένα περιβάλλον παγκοσµιοποιηµένων αγορών και στυγνού ανταγωνισµού; Είναι τάχα αναγκαίο οι προσαρµογές αυτές να καταστρατηγήσουν τις αξίες της πλήρους απασχόλησης, της κοινωνικής προστασίας, της ισότητας και της ισοπολιτείας;

Η απάντησή µας είναι ότι όταν οι καιροί αλλάζουν, η τήρηση και η πίστη στις θεµελιώδεις αρχές µας απαιτούν να δίνουµε νέες και καθαρές απαντήσεις στις νέες προκλήσεις. Ότι η διατήρηση και προαγωγή των ατοµικών µας ελευθεριών και των κοινωνικών δικαιωµάτων απαιτεί συλλογική δράση.

Η απάντησή µας είναι ότι µπορεί να υπάρξει µια οικονοµική πολιτική µε κέντρο τον άνθρωπο, µια αξιοπρεπή ζωή για τον εργαζόµενο και την οικογένειά του, ένα σπίτι που µπορείς να το πληρώσεις, µια ασφαλή σύνταξη που σου επιτρέπει να ζεις µε αξιοπρέπεια µετά από χρόνια σκληρής δουλειάς, ένα σύστηµα υγείας που σε στηρίζει στις δύσκολες ώρες, τη βάσιµη ελπίδα ότι τα παιδιά µας θα έχουν δίκαιες ευκαιρίες να ζήσουν καλύτερα αν προσπαθήσουν αρκετά, την προοπτική για πρόοδο και προκοπή στις πιο αδύναµες και φτωχές οικογένειες.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Αφού ο δυναµισµός µιας παραγωγικής οικονοµίας είναι η θεµελιώδης προϋπόθεση για τη διεύρυνση των κοινωνικών δικαιωµάτων και την άσκηση κοινωνικής πολιτικής, η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα πρέπει να είναι ψηλά στις προτεραιότητές µας. Διαπιστώσαµε µε οδυνηρό τρόπο ότι όταν δεν δηµιουργούµε νέο πλούτο και νέα αξία, η αύξηση του εθνικού προϊόντος δεν σηµαίνει κατ’ ανάγκη µια ισχυρή οικονοµία αλλά µπορεί να συνυπάρχει µε µια σαθρή οικονοµία που αργά ή γρήγορα θα καταρρεύσει, συµπαρασύροντας τις παραγωγικές της δυνάµεις, τις υγιείς επιχειρήσεις, τους εργαζόµενους και τις οικογένειές τους.

Η χώρα µας πρέπει να εκσυγχρονίσει και να διευρύνει την παραγωγική της βάση, να ενισχύσει τηνκαινοτοµία και την εξωστρέφεια, να δηµιουργήσει αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας µε δίκαιους µισθούς, αντάξιες των προσόντων της νέας γενιάς, και να µειώσει τις πολυσχιδείς κοινωνικές και οικονοµικές ανισότητες, το µέγεθος και το βάθος του κοινωνικού αποκλεισµού.

Να δηµιουργήσει τις συνθήκες για την παραγωγή και τη δίκαιη διανοµή νέας εθνικής αξίας, προϋπόθεση µιας κοινωνίας σεβασµού και αξιοπρέπειας.

Οι νέες προκλήσεις απαιτούν την έµφαση στην παραγωγή για τη δηµιουργία µιας ανταγωνιστικής, ευέλικτης και δυναµικής οικονοµίας, την κινητοποίηση των εγχώριων επενδυτών, την προτεραιότητα στις επενδύσεις µε υψηλή εγχώρια προστιθέµενη αξία, τη συγκρότηση νέων παραγωγικών πόλων για την αξιοποίηση των νέων ευκαιριών και των ευρωπαϊκών χρηµατοδοτικών πόρων, την ενίσχυση των παραγωγικών οικοσυστηµάτων που συνθέτουν οι µεγάλες και µικρότερες επιχειρήσεις. Απαιτούν να σταµατήσουµε να σπρώχνουµε στο µέλλον και στις επόµενες γενιές το κόστος των προβληµάτων και να µειώσουµε το δηµόσιο χρέος µας, να ανακτήσουµε την αυτοπεποίθησή µας.

Οι νέες προκλήσεις απαιτούν πολιτικές που καθοδηγούνται από µια ισχυρή αίσθηση δηµοσίου σκοπού, ένα νέο στρατηγικό ρόλο του «κράτους – στρατηγείου», µε στρατηγικές άµεσες επενδύσεις, ένα κρατικό µηχανισµό µε ισχυρές ικανότητες καθώς και συνεργασίες του δηµόσιου µε τον ιδιωτικό τοµέα που πραγµατικά υπηρετούν το δηµόσιο συµφέρον.

Η προοδευτική παράταξη έχει σήµερα ένα κύριο καθήκον: την ανασύνταξη των µικρών και µεσαίωνκοινωνικών τάξεων που φτωχοποιούνται και περιθωριοποιούνται µε επιταχυνόµενο ρυθµό. Το καθήκον αυτό µπορεί να πραγµατοποιηθεί µόνο µε την παραγωγή νέου πλούτου, την αύξηση και τη δικαιότερη κατανοµή του εισοδήµατος, δηλαδή µέσω της αύξησης των θέσεων εργασίας και της ενίσχυσης των µισθών και αµοιβών που προέρχονται από την σκληρή αλλά αξιοπρεπή εργασία και την υγιή επιχειρηµατικότητα. Αυτός είναι ο µοναδικός δρόµος που εξασφαλίζει την ανάταξη των οικογενειών της µικροµεσαίας τάξης, των «χαµένων» της κρίσης και των νέων «µη προνοµιούχων».

Μια παραγωγική, ανταγωνιστική, ευέλικτη και δυναµική οικονοµία, προϋποθέτει την αποδυνάµωση της διαπλοκής και της διαφθοράς, στηρίζεται σε σταθερούς κανόνες καθώς και στην εµπέδωση της αντίληψης ότι δηµιουργία νέου πλούτου εξαρτάται από τον βαθµό ανάληψης επιχειρηµατικών πρωτοβουλιών και καινοτοµιών. Η καινοτοµία και η επιχειρηµατικότητα είναι στην ουσία τους ανάληψη κινδύνων και ρίσκων, αυτό είναι που τις καθιστά πηγή κοινωνικού πλούτου και αξίας. Είναι εξόχως παραπλανητική η αντίληψη ότι η Συντήρηση προωθεί ένα πνεύµα πρωτοβουλίας, ελευθερίας και ανάπτυξης της παραγωγικής επιχειρηµατικότητας. Αντιθέτως, υπερασπίζεται και ενθαρρύνει προνόµια, εισοδήµατα και προσόδους, δηλαδή κυβερνητικές πολιτικές που επιτρέπουν στους ισχυρούς να νέµονται εισοδήµατα που δεν προέρχονται από την παραγωγή νέου πλούτου και αξίας αλλά από ανταµοιβές κεφαλαίων τοποθετηµένων σε µη παραγωγικές χρήσεις ελάχιστου ρίσκου που δεν ευνοούν την ανάπτυξη και την ευηµερία και εντείνουν τις ανισότητες.

Το ίδιο ισχύει µε την προστασία προνοµίων που εδράζονται στην αποθάρρυνση της παραγωγικότητας. Η προάσπιση των αµοιβών και των επιχειρηµατικών κερδών από παραγωγική προσπάθεια, πρωτοβουλία και καινοτοµία, των εισοδηµάτων, δηλαδή, που πηγάζουν από την δηµιουργία νέου πλούτου, αξίας και την αύξηση της παραγωγικότητας αποτελεί το προνοµιακό πεδίο της Προόδου.

Να σταµατήσουµε να σπρώχνουµε στο µέλλον και στις επόµενες γενιές το κόστος των προβληµάτων. Αυτός είναι ο µοναδικός δρόµος για να απελευθερωθούµε από την υποταγή σε δανειστές και διεθνείς ελέγχους και να ανακτήσουµε την αυτοπεποίθησή µας. Η κρίσιµη προϋπόθεση είναι η αναβάθµιση της διεθνούς αξιοπιστίας της χώρας, δηλαδή η δηµοσιονοµική σταθερότητα και η ταχύτερη δυνατή επιστροφή σε ήπια πρωτογενή πλεονάσµατα, που αποτελεί και απαραίτητη προϋπόθεση για την εξυγίανση και τον περαιτέρω εκσυγχρονισµό του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος. Πρωτογενές πλεόνασµα δεν συνεπάγεται αναγκαστικά πολιτικές λιτότητας. Μια ετήσια αύξηση των δηµοσίων δαπανών και εσόδων λίγο χαµηλότερη από την αύξηση του ΑΕΠ, µπορεί να δηµιουργήσει πολύ σηµαντικό δηµοσιονοµικό χώρο για άσκηση πολιτικών την τρέχουσα δεκαετία.

Να δεσµευτούµε έναντι των εργαζοµένων ότι η κατανοµή του µετασχηµατισµού θα γίνει δίκαια. Ότι η πλήρης απασχόληση, η αξιοπρεπής εργασία, η προστασία από την εργοδοτική αυθαιρεσία, η υπεράσπιση και ενίσχυση των συλλογικών συµβάσεων, η µηδενική ανοχή στις διακρίσεις και η µείωση των ανισοτήτων θα είναι στο επίκεντρο των πολιτικών µας. Ότι θα υπερασπίσουµε τα δικαιώµατα των εργαζοµένων στην οικονοµία της πλατφόρµας και τη δίκαιη κατανοµή των ωφελειών από την ενίσχυση της παραγωγικότητας και την ανάπτυξη, µε δίκαιους µισθούς, αντάξιους των προσόντων της Νέας Γενιάς.

Έµφαση στην παραγωγή. Μετά από 13 χρόνια βαθιάς κρίσης, το 90% του ΑΕΠ µας προέρχεται ακόµη από την κατανάλωση. Σήµερα πρέπει να επικεντρωθούµε \στην εφαρµογή πολιτικών που βελτιώνουν πράγµατι το σήµερα και το αύριο της κοινωνίας και στην αντικειµενική µέτρηση της αποτελεσµατικότητας των πολιτικών. Όχι µόνο πόση ανάπτυξη, αλλά πόσο ενισχύθηκε η θέση της χώρας διεθνώς, πόσο βελτιώθηκε η απόδοση του εκπαιδευτικού συστήµατος, πόσο αυξήθηκε πραγµατικά το διαθέσιµο εισόδηµα των ασθενέστερων και της µεσαίας τάξης, πόσο µειώθηκε η ανισότητα, η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισµός, πόσο βελτιώθηκαν οι προοπτικές κοινωνικής κινητικότητας και προόδου για τη νέα γενιά, πόσο βελτιώθηκαν οι υποδοµές και οι µηχανισµοί αντιµετώπισης της κλιµατικής αλλαγής και άλλων απρόβλεπτων εξελίξεων.

Παραγωγικές Επενδύσεις – Κινητοποίηση Εγχώριων Επενδυτών. Η χώρα έχει τεράστια ανάγκη από µαζικές και εµπροσθοβαρείς επενδύσεις παγίου κεφαλαίου µε κεντρικό στόχο την αύξηση της εγχώριας προστιθέµενης αξίας. Οι εισροές βραχυπρόθεσµων κερδοσκοπικών κεφαλαίων για µετοχές και οµόλογα, για εξαγορές υφιστάµενων επιχειρήσεων και ακίνητης περιουσίας, αν και χρήσιµες, δεν ενισχύουν το παραγωγικό µας υπόβαθρο, γιατί αφορούν απλά την αλλαγή ιδιοκτησίας και όχι µακροπρόθεσµες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου. Οι ξένες επενδύσεις θα έλθουν µόνο αν έχουν διασφαλίσει τεράστιες εγγυήσεις για το µέλλον της επένδυσής τους και χρηµατοδότηση από ελληνικές τράπεζες, δηλαδή µηδενικό ρίσκο για τον επενδυτή και ελάχιστα ξένα κεφάλαια στη χώρα.

Είναι απαραίτητο να κινητοποιηθούν οι εγχώριοι επενδυτές, να επενδύσουν στη πατρίδα µας. Αυτό σηµαίνει, όµως, ότι πρέπει να στηρίζεις τις τράπεζες της χώρας σου για να σε στηρίξουν και αυτές, εντελώς αντίθετα µε τη λογική «οι καταθέσεις στο εξωτερικό και τα δάνεια στην Ελλάδα».

Υψηλή εγχώρια προστιθέµενη αξία. Δεν είναι ίδιες όλες οι επενδύσεις. Δεν είναι το ίδιο µια επένδυση που απαιτεί σχεδόν αποκλειστικά µεγάλες εισαγωγές προϊόντων και δηµιουργεί ελάχιστες θέσεις εργασίας µε µια επένδυση που συνδέεται άµεσα µε την εγχώρια αγορά, χρησιµοποιεί προϊόντα και υπηρεσίες της εγχώριας παραγωγής, δηµιουργεί πολλές και καλές θέσεις εργασίας, προσφέρει φόρους και εισφορές. Αυτές οι επενδύσεις που δηµιουργούν την υψηλότερη εγχώρια προστιθέµενη αξία πρέπει να έχουν άµεση προτεραιότητα.

Νέοι Εθνικοί Παραγωγικοί Πόλοι. Τα διαθέσιµα ευρωπαϊκά κεφάλαια του Ταµείου Ανάκαµψης και του νέου ΕΣΠΑ δεν θα ανατρέψουν την σηµερινή πραγµατικότητα αν δεν οδηγηθούν σε µια στρατηγική συγκρότηση νέων παραγωγικών πόλων επιχειρήσεων, κλάδων, τεχνολογιών και εκπαίδευσης. Η πανδηµία και ο πόλεµος στην Ουκρανία αλλάζει µε ταχύτατο και δραµατικό τρόπο τις διεθνείς αλυσίδες παραγωγής, ανατρέποντας το µοντέλο της απεριόριστης παγκοσµιοποίησης προς πιο περιφερειακούς και τοπικούς κόµβους παραγωγής και κατανάλωσης. Οι ευκαιρίες που ανοίγονται για την ελληνική παραγωγή, την αµυντική και τη ναυπηγική βιοµηχανία µας είναι πολλές.

Οι Μικρές Επιχειρήσεις – Παραγωγικά Οικοσυστήµατα. Σήµερα λειτουργούν στη χώρα µας εκατοντάδες µικρές και µεσαίες επιχειρήσεις µε εξαιρετικό δυναµισµό και εξαγωγικό προσανατολισµό και ένα εξαιρετικού επιπέδου εργατικό δυναµικό, ιδιαίτερα µεταξύ των νέων µας. Δεν το δηλώνουν µόνο οι ξένοι επενδυτές, αλλά και οι χιλιάδες επιχειρήσεις του εξωτερικού που αξιοποίησαν τους σχεδόν 500 χιλιάδες νέους που µετανάστευσαν, σε αντίθεση µε τις εγχώριες γκρίνιες για «ελλείψεις κατάλληλου εργατικού δυναµικού». Αυτό το πολύτιµο παραγωγικό και ανθρώπινο δυναµικό πρέπει να διασωθεί. Αυτή πρέπει να είναι η άµεση προτεραιότητα της οικονοµικής πολιτικής µαζί µε την καταπολέµηση των νέων ανισοτήτων.

Το εµπόδιο στην ανάπτυξή των µεγαλύτερων σε µέγεθος µονάδων δεν είναι οι πολλοί µικροί επιχειρηµατίες, αλλά η διαφθορά, η γραφειοκρατία, η αδυναµία των τραπεζών, η αβεβαιότητα και όλα αυτά που κατατάσσουν την Ελλάδα στις χειρότερες θέσεις παγκοσµίως στους δείκτες ανταγωνιστικότητας. Η ανάπτυξη µεσαίων και µεγάλων επιχειρήσεων δεν ισοδυναµεί µε την ισοπέδωση των µικρών και των αυτοαπασχολουµένων. Αντίθετα, ο συνδυασµός ανάπτυξης µε σταθερότητα προϋποθέτει κρίσιµους οργανικούς ρόλους τόσο για τις µικρές όσο και τις µεσαίες και µεγαλύτερες επιχειρήσεις.

ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΓΟΡΑ

Η πανδηµία µας έδωσε την αφορµή για µια ριζική αναθεώρηση του ρόλου του κράτους, των ικανοτήτων και δυνατοτήτων που πρέπει να κατέχει. Ένα κράτος που στην καλύτερη περίπτωση «διορθώνει τις αποτυχίες της αγοράς» και στην χειρότερη περιορίζεται στον ρόλο του εξωτερικού αναθέτη (outsourcing) χωρίς να εξασφαλίζεται το δηµόσιο συµφέρον, δεν µπορεί να ανταποκριθεί στις µεγάλες προκλήσεις της εποχής µας. Απαιτούνται, συνεπώς, σχέδιο και επενδύσεις στη συνεχή δηµιουργία γνώσεων και αυτοπεποίθησης στον εσωτερικό του µηχανισµό.

Η πολιτική µας πρόταση καθορίζει µε σαφήνεια τις γραµµές που µας διακρίνουν από την Συντήρηση, Δεξιά και Αριστερή, δύο συστήµατα αντιλήψεων που επιχειρούν και αυτά να κυριαρχήσουν, µερικές φορές, µάλιστα, και σε αγαστή σύµπλευση µεταξύ τους:

Η Δεξιά Συντήρηση χαρακτηρίζεται από µια άκριτη πίστη στις δυνάµεις της αγοράς αλλά και από ένα βαθύ φόβο στις συλλογικές αξίες και πρωτοβουλίες της κοινωνίας. Από την πεποίθηση ότι αρκεί να µειώσεις τους φόρους των πλουσίων για να αυξηθούν οι επενδύσεις. Από τη βεβαιότητα ότι όλες οι επενδύσεις είναι το ίδιο χρήσιµες, ανεξάρτητα από την εγχώρια προστιθέµενη αξία τους, και ότι η «ανάπτυξη» µε κινητήρα τα κέρδη των λίγων µε κάποιο µαγικό τρόπο θα διαχυθεί αυτοµάτως στους πολλούς. Από την αντίληψη ότι το κράτος είναι ένας αδέξιος γραφειοκρατικός µηχανισµός που δεν είναι ικανός για καινοτοµία, σχεδιασµό και στρατηγική και ο ρόλος του πρέπει να περιορίζεται στο ελάχιστο δυνατό και στο outsourcing. Ένα Κράτος Παρατηρητή και Τροχονόµο.

Χαρακτηριστικό παράδειγµα οι δράσεις του Ταµείου Ανάκαµψης. Κατάλογοι έργων χωρίς συγκεκριµένο σχέδιο για την εθνική οικονοµία, την πρωτογενή παραγωγή, τα ενεργειακά δίκτυα και τους εθνικούς παραγωγικούς πόλους κλάδων και τεχνολογιών που διαθέτουν συγκριτικά πλεονεκτήµατα. Χωρίς σχέδιο για τις περιφερειακές οικονοµίες της χώρας µας. Οι επιλογές των µεγάλων επενδύσεων αφήνονται ολοκληρωτικά στο τραπεζικό σύστηµα χωρίς µέριµνα για τις εθνικές προτεραιότητες και µια κατανοµή που θα ενισχύει την περιφερειακή ισορροπία.

Η αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και του δηµόσιου χαρακτήρα του ΕΣΥ, η αποδυνάµωση των ελεγκτικών µηχανισµών µε συνέπεια τον πληθωρισµό των υπερκερδών και της απληστίας, η αδιαφάνεια και η υποβάθµιση των θεσµών επιβεβαιώνουν ότι η συντηρητική παράταξη στην Ελλάδα είναι, διαχρονικά, αντιµεταρρυθµιστική δύναµη. Το κατά καιρούς διαφορετικό πρόσωπο που παρουσιάζει, όπως και σήµερα, είναι απλώς ψευδές.

Από την άλλη µεριά υπάρχει και η Αριστερή εκδοχή της Συντήρησης µε µια εξίσου θεολογική πίστη στον κρατισµό και ένα Κράτος – Εξουσιαστή, δυσπιστία και αντιπαλότητα µε τον ιδιωτικό τοµέα. Αρνείται την δυναµικότητα που µπορεί να αποκτήσει και την κοινωνική ωφέλεια που µπορεί να επιφέρει ένας ανταγωνιστικός ιδιωτικός τοµέας, αν υπάρχει ένας συγκροτηµένος σχεδιασµός από ένα Κράτος – Στρατηγείο.

Ενδυνάµωση του Κράτους – Συνεργασίες που υπηρετούν πραγµατικά το Δηµόσιο Συµφέρον. Η πανδηµία µας προσέφερε ένα κρίσιµο µάθηµα, ότι απέναντι στις κρίσεις – αλλά και τις µεγάλες προκλήσεις της κλιµατικής αλλαγής, των ψηφιακών κολοσσών και των θηριωδών ανισοτήτων – η κυβερνητική παρέµβαση είναι αποτελεσµατική µόνο όταν ο κρατικός µηχανισµός διαθέτει τις απαραίτητες ικανότητες και δυνατότητες να δράσει. Πρέπει, συνεπώς, να επενδύσουµε στην ενδυνάµωση του κράτους σε κρίσιµες περιοχές όπως είναι η αναβάθµιση της ικανότητάς του για στρατηγικές παρεµβάσεις µακράς πνοής, οι συνεργασίες δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα που πραγµατικά υπηρετούν το δηµόσιο συµφέρον και η εξειδίκευση στις ψηφιακές τεχνολογίες και τα data.

Στρατηγικές Άµεσες Επενδύσεις. Οι πολιτικές που βασίζονται στην υπόθεση ότι οι επιχειρήσεις θέλουν πάντοτε να επενδύσουν και απλά χρειάζονται χαµηλότερους φόρους, είναι απλοϊκές και αφελείς. Τα κίνητρα αυτά, αν δεν συνοδεύονται από στρατηγικές άµεσες επενδύσεις του κράτους, σπανίως θα πετύχουν πράγµατα που δεν θα γινόντουσαν έτσι κι αλλιώς, µε αποτέλεσµα απλά να αυξάνουν την κερδοφορία χωρίς την επιπλέον αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης. Ο πρωταρχικός στόχος µιας πραγµατικά προοδευτικής πολιτικής πρέπει να είναι η αύξηση των επενδύσεων, όχι των κερδών. Το πρόβληµα δεν είναι η κερδοφορία αλλά οι παραγωγικές επενδύσεις και η αξιοπρεπής εργασία.

Στρατηγικό Κράτος Επενδυτής. Στις απαιτήσεις της νέας εποχής δεν µπορεί να ανταποκριθεί ούτε το φιλελεύθερο κράτος της «Δεξιάς», ούτε το παραδοσιακό γραφειοκρατικό, δαπανηρό και αναποτελεσµατικό κράτος της «Αριστεράς» ούτε το αποτυχηµένο εφεύρηµα του «επιτελικού» αλλά βαθύτατα πελατειακού κράτους της ΝΔ ούτε το κοµµατικό πελατειακό κράτος και των δύο.

Η δηµογραφική γήρανση είναι η κρισιµότερη, ίσως, πρόκληση που αντιµετωπίζουµε. Για να µη γίνουµε µια κοινωνία χωρίς νέους, απαιτείται µια συγκροτηµένη πολιτική́ που θα διασφαλίζει επαρκή́ και αξιοπρεπή κατοικία στα νέα ζευγάρια, µε αιχµή την προώθηση του µοντέλου κοινωνικής κατοικίας. Γενναιότερες και στοχευµένες ενισχύσεις για τα παιδιά, ευρεία επέκταση της ένταξης σε βρεφονηπιακούς σταθµούς και εργασιακές διευκολύνσεις προς τους νέους γονείς, ιδιαίτερα τις µητέρες.

Η αναγέννηση του Εθνικού Συστήµατος Υγείας, η επάρκεια και αξιοπιστία του, προϋποθέτει ένα οργανωµένο σύστηµα Πρωτοβάθµιας Φροντίδας Υγείας που παρέχει περίθαλψη, φροντίδα και πρόληψη,σύγχρονες µονάδες περίθαλψης εκτός νοσοκοµείων, την υιοθέτηση σύγχρονων τεχνολογιών και τη λειτουργία ανεξάρτητων µηχανισµών αξιολόγησης.

Σήµερα και πολύ περισσότερο στο άµεσο µέλλον, η Παιδεία και το Σχολείο αποτελεί το καθοριστικό πεδίο που παρέχει γνώσεις, δεξιότητες αλλά και ένα σύστηµα αξιών στους αυριανούς πολίτες. Οι προτάσεις µας αφορούν εκπαιδευτικές πολιτικές µε στοχευµένη οικονοµική́ ενίσχυση του συστήµατος, ενισχυτικά µαθήµατα για τους µαθητές που υστερούν, ιδιαίτερη έµφαση στην Προσχολική Αγωγή, υποστήριξη της Ειδικής Αγωγής και ουσιαστική αναβάθµιση του αποτελµατωµένου συστήµατος της επαγγελµατικής εκπαίδευσης και της Δια Βίου Μάθησης µε την ουσιαστική συµµετοχή των κοινωνικών εταίρων.

ΘΕΣΜΟΙ – ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ – ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Οι ώριµες δηµοκρατίες µε υψηλή ποιότητα θεσµών και διακυβέρνησης καταφέρνουν να εξασφαλίσουν υψηλότερα επίπεδα εισοδήµατος, περισσότερες ευκαιρίες επιτυχίας και καλύτερο βιοτικό επίπεδο για τους πολίτες τους. Αντιθέτως σε χώρες που οι δηµοκρατικοί θεσµοί είναι ανίσχυροι τους υποκαθιστούν µηχανισµοί συναλλαγής ανάµεσα στην πολιτική εξουσία, την οικονοµική εξουσία και τους πολίτες. Η ενδυνάµωση των δηµοκρατικών θεσµών, συνεπώς, εκτός από τη βελτίωση της ευρωστίας της δηµοκρατίας έχει ευδιάκριτο οικονοµικό αποτύπωµα στην οικονοµική αποτελεσµατικότητα και το βιοτικό επίπεδο των πολιτών.

Στην Ελλάδα οι κυριότερες και οι πιο σηµαντικές δηµοκρατικές τοµές της έχουν την υπογραφή του ΠΑΣΟΚ. ΑΣΕΠ, ΚΕΠ, Γενική Γραµµατεία Πληροφοριακών Συστηµάτων, Συνήγορος του Πολίτη, Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδοµένων, Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, ΕΣΡ και η Επιτροπή Ανταγωνισµού (ως πραγµατικά Ανεξάρτητη Αρχή), είναι οι µεταρρυθµίσεις που συνέβαλαν στην αναβάθµιση της Δηµοκρατίας µας και στην υποχώρηση του πελατειακού κράτους.

Η Διαύγεια, η Δηµόσια Διαβούλευση, η απογραφή των Δηµοσίων υπαλλήλων, η ανεξάρτητη ΕΛΣΤΑΤ, η Ενιαία Ανεξάρτητη Αρχή Δηµοσίων Συµβάσεων (και το Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δηµοσίων Συµβάσεων), ο ΕΟΠΠΥ, η ηλεκτρονική συνταγογράφηση, οι Εισαγγελείς διαφθοράς και οικονοµικού εγκλήµατος, η άρση του τραπεζικού απορρήτου, την Αρχή για την καταπολέµηση του «µαύρου χρήµατος» θεσµοθετήθηκαν παρά το γεγονός ότι η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ διαχειριζόταν το ναυάγιο στο οποίο οδήγησε την ελληνική οικονοµία η Κυβέρνηση της ΝΔ το 2009 και αποτέλεσαν ένα κύµα ουσιαστικών µεταρρυθµίσεων που εκσυγχρόνισαν περαιτέρω το κράτος.

Ωστόσο οι ουσιαστικές µεταρρυθµίσεις υποχώρησαν µαζί µε το ΠΑΣΟΚ. Τις διαδέχθηκαν ένας συνεχής εκφυλισµός τόσο από τη Νέα Δηµοκρατία όσο και από τον ΣΥΡΙΖΑ µε την απαξίωση των νοµοθετικών διαδικασιών, την επανακοµµατικοποίηση της δηµόσιας διοίκησης, διορισµούς µετακλητών σε θέσεις ευθύνης, την «κανονικοποίηση» των απευθείας αναθέσεων έργων µε πρόσχηµα την πανδηµία και των κατά παρέκκλιση προσλήψεων, µε την προσπάθεια ποδηγέτησης της πολυφωνίας στα ΜΜΕ και της Δικαιοσύνης.

Οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης µε ισχυρές οικονοµίες, υψηλά επίπεδα απασχόλησης και ποιότητας της εργασίας, οι χώρες δηλαδή που έχουν, κατά τεκµήριο, απορροφήσει αρκετούς από τους εκατοντάδες χιλιάδες νέους µας του brain drain, διακρίνονται επίσης από υψηλά επίπεδα φορολογίας κερδών και µερισµάτων. Διακρίνονται επίσης από πολύ υψηλότερα επίπεδα “θεσµικής ποιότητας”, δηλαδή ποιότητας διακυβέρνησης, λειτουργίας των θεσµών, της δικαιοσύνης, εµπιστοσύνης στο κράτος και τη δηµόσια διοίκηση και χαµηλότερα επίπεδα διαφθοράς. Αυτός είναι ο βασικότερος λόγος που χαρακτηρίζονται από πολύ χαµηλότερα επίπεδα παραοικονοµίας, φοροδιαφυγής και “µαύρης” εργασίας. Η θεσµική ποιότητα και η εµπιστοσύνη αντανακλάται και στα υψηλότερα επίπεδα φορολογικής ηθικής που διακρίνει τις κοινωνίες αυτές. Για το λόγο αυτό µπορούν να υποστηρίζουν πολύ δυναµικότερες και εξωστρεφείς οικονοµίες µε υψηλότερους συντελεστές φορολογίας κερδών και µερισµάτων και χαµηλότερη εξάρτηση των δηµοσίων εσόδων από τους έµµεσους φόρους.

Στην περίπτωση της χώρας µας, φαίνεται ότι “ανταλλάσσουµε” την µεγάλη υστέρησή µας στην ποιότητα των θεσµών και της διακυβέρνησης µε τη µείωση της φορολογίας του µεγάλου πλούτου, των κερδών και των µερισµάτων. Ο πληθωρισµός, η ακρίβεια και η βίαιη πτώση του βιοτικού επιπέδου των εργαζοµένων, των αδύναµων στρωµάτων και της µικροµεσαίας τάξης δεν οφείλεται αποκλειστικά στις, όντως, δυσµενέστατες διεθνείς συνθήκες. Είναι σε ένα σηµαντικό βαθµό και πληθωρισµός «απληστίας». Οφείλεται στην ολιγοπωλιακή συγκρότηση ορισµένων κρίσιµων κλάδων, τις κερδοσκοπικές επιχειρηµατικές συµπεριφορές και την σθεναρή άρνηση της κυβέρνησης να ενεργοποιήσει µε ουσιαστικό και αποδοτικό τρόπο τους θεσµούς και µηχανισµούς ρύθµισης και ελέγχου της αγοράς, των τιµών και των περιθωρίων κέρδους.

Ο δρόµος αυτός, ωστόσο, είναι αδιέξοδος και κινδυνεύει να µετατραπεί σε ένα καθοδικό σπιράλ, όπου η υποβάθµιση της ποιότητας των θεσµών και της διακυβέρνησης θα απαιτεί ολοένα και µικρότερη φορολογία πλούτου, κερδών και µερισµάτων και θα επιφέρει, όχι την συρρίκνωση αλλά, την διεύρυνση της φοροδιαφυγής, της παραοικονοµίας και της διαφθοράς. Ευνοεί, επίσης, την αέναη συνέχιση της κοµµατικοποίησης και της δυσλειτουργίας της δηµόσιας διοίκησης και την εξάρτησή της από την πολιτική βούληση του κόµµατος που, κερδίζοντας τις εκλογές, παίρνει το κράτος ως λάφυρο και στη συνέχεια επικαλείται την αδυναµία του κρατικού µηχανισµού ως άλλοθι για τις δικές του πολιτικές αδυναµίες.

Γιατί όταν µπορεί το κράτος να παραβιάζει βάναυσα και ανεξέλεγκτα την ιδιωτικότητα, όταν οι θεσµοί δεν λειτουργούν για να προστατεύσουν τους πολίτες, τότε µπορεί να µην επιτρέψει στην Επιτροπή Ανταγωνισµού και στην ΡΑΕ, να προστατεύσει την αγοραστική δύναµη πολιτών και την επιβίωση των µικροµεσαίων επιχειρήσεων από την αισχροκέρδεια και τις ολιγοπωλειακές πρακτικές.

Πρωταρχικό µας καθήκον είναι να σταµατήσουµε την πορεία αυτή. Για να αποκτήσουµε Αυτοπεποίθηση πρέπει να εµπεδώσουµε θεσµούς δικαιοσύνης και αξιοκρατίας. Να αποδυναµώσουµε την οικογενειοκρατία, τη διαπλοκή και τη διαφθορά. Να εµπεδώσουµε σταθερούς κανόνες για την εξυπηρέτηση του πολίτη και την αντίληψη ότι το κράτος υπάρχει για να τον στηρίζει και όχι για να το εκµεταλλεύονται διάφορες οµάδες πίεσης και συντεχνίες.

ΠΡΟΟΔΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

Η διάκριση µεταξύ προοδευτικής και συντηρητικής πολιτικής συνεχίζει να έχει νόηµα, αν και όχι το ίδιο νόηµα που είχε κάποτε. Ως σύγχρονοι σοσιαλδηµοκράτες διαφέρουµε ξεκάθαρα από τους άλλους.

Για αυτούς το πολιτικό πεδίο είναι µια µάχη µέχρι εσχάτων χωρίς δηµοκρατικά όρια και κανόνες, ένας πόλεµος µε στόχο την εξόντωση µε κάθε µέσο του πολιτικού «εχθρού». Για εµάς είναι ένα πεδίο δηµοκρατικής αντιπαράθεσης και σύγκρουσης, που αναγνωρίζει και δεν καταργεί τον πολιτικό αντίπαλο, δεν τον ταυτίζει µε το απόλυτο πολιτικό κακό. Σεβόµαστε το δικαίωµά του να έχει υπόσταση, θεσµική ιδιότητα και φωνή που να ακούγεται.

Για αυτούς η δηµοκρατία είναι το πολίτευµα της παντοδυναµίας του νικητή των εκλογών, της αυταρχικής και ανεξέλεγκτης διακυβέρνησης και της υπονόµευσης και της χειραγώγησης των θεσµών. Για εµάς η δηµοκρατία είναι το πολίτευµα της δηµοκρατικής λογοδοσίας, της διαφάνειας, της υπεράσπισης και εµβάθυνσης των θεσµών, είναι το πολίτευµα της συνύπαρξης, που η εύρυθµη λειτουργία του εγγυάται την κοινωνική συµβίωση.

Για αυτούς η αντιµετώπιση της κλιµατικής αλλαγής είναι ευκαιρία για την ενεργειακή ολιγαρχία, για εµάς είναι ευκαιρία η Ελλάδα να είναι αυτάρκης ενεργειακά, µε ενεργειακή δηµοκρατία, να γίνει ο πολίτης από καταναλωτής – παραγωγός ενέργειας, ευκαιρία για τον πρωτογενή τοµέα, την κτηνοτροφία και αγροτική παραγωγή, για την αναβάθµιση της ποιότητας ζωής στις πόλεις µας.

Για αυτούς ενίσχυση της άµυνας µας είναι η εισαγωγή και αγορά οπλικών συστηµάτων χωρίς την µεταφορά τεχνογνωσίας και την σύνδεσή της µε την εγχώρια παραγωγή, την αµυντική µας βιοµηχανία. Για εµάς είναι προτεραιότητα η ανάπτυξη της έρευνας, της ελληνικής τεχνολογίας και της αµυντικής και της ναυπηγικής µας βιοµηχανίας.

Για αυτούς ασφάλεια του πολίτη είναι η καλύτερη οργάνωση της καταστολής, για εµάς ασφάλεια του πολίτη είναι η πρόληψη, η προετοιµασία και η αποτελεσµατική πολιτική προστασία , είναι το δηµόσιο σύστηµα υγείας, η πρόσβαση σε ποιοτική παιδεία, η σιγουριά σε ένα αξιοπρεπές εισόδηµα και όρους διαβίωσης, η προστασία του εργαζόµενου και της τρίτης ηλικίας.

Για αυτούς παιδεία είναι µόνον η επαγγελµατική κατάρτιση, για εµάς η παιδεία πρέπει να διαµορφώνει µορφωµένους πολίτες µε σύγχρονες δεξιότητες, ικανούς για εργασία αλλά και για την προστασία της δηµοκρατίας.

Για τη δεξιά η ελεύθερη αγορά είναι θεός, για την παραδοσιακή αριστερά δαίµονας, για εµάς ένα εργαλείο που απαιτεί ισχυρές ρυθµίσεις για να υπηρετεί το δηµόσιο συµφέρον και τις ανάγκες του πολίτη.

Για αυτούς το κράτος είναι λάφυρο για πελατειακές διευθετήσεις κοµµατικών ψηφοφόρων και ισχυρών συµφερόντων, για εµάς το κράτος είναι θεσµός δικαίου, που προστατεύει τα δικαιώµατα κάθε ανθρώπου ισότιµα και τον υπηρετεί µε σεβασµό.

Για αυτούς δηµοκρατία είναι εκλογές κάθε 4 χρόνια, για εµάς δηµοκρατία σηµαίνει συµµετοχή, δράση, διαβούλευση και συλλογική γνώση.

Για αυτούς πατριωτισµός είναι η εκµετάλλευση των εθνικών µας συµβόλων για κοµµατική χρήση, για εµάς πατριωτισµός είναι ό,τι κάνει τη χώρα µας να ξεχωρίζει και να πηγαίνει µπροστά, ό,τι αναδεικνύει τις ικανότητες του λαού µας.

Άρρηκτα δεµένες µε την ταυτότητά µας είναι διαχρονικές αξίες τις οποίες δεν πρέπει να ξεχνάµε ποτέ.

Αξιοπρέπεια, Αλληλεγγύη, Ισότητα, Δικαιοσύνη, Αξιοκρατία, Διαφάνεια, Ανθρώπινα και Κοινωνικά δικαιώµατα, προσήλωση στη Δηµοκρατία, Λογοδοσία.

Τα πάντα στον κόσµο που ζούµε, και ακόµη περισσότερο αυτόν στον οποίο πρόκειται να ζήσουν τα παιδιά µας και η Νέα Γενιά, «φωνάζουν» για µια πραγµατικά προοδευτική απάντηση.

Με λίγα λόγια, µια σύγχρονη σοσιαλδηµοκρατική πολιτική και µια αποτελεσµατική διακυβέρνηση.