Η κρίση της ακρίβειας είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα των πολιτών, όμως η κυβέρνηση κάνει πολύ λίγα πολύ αργά, επικαλούμενη κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Πώς το σχολιάζετε;
Μιλάμε για την ίδια κυβέρνηση που με 43.3 δις προχώρησε στο 4o μεγαλύτερο δημοσιονομικό άνοιγμα παγκοσμίως μέσα στην πανδημία, όπου ο οριζόντιος χαρακτήρας των μέτρων και η απουσία συγκεκριμένης στόχευσης οδήγησαν σε επίπεδα ύφεσης από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, κατασπαταλώντας και πολύτιμο δημοσιονομικό χώρο που θα μπορούσε σήμερα να αξιοποιηθεί. Για την ίδια κυβέρνηση που έχει βάλει στα δημόσια ταμεία πάνω από 1 δις από το σταθερό ΦΠΑ και τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης επί των αυξημένων τιμών, πλήττοντας κατά βάση τα λαϊκά εισοδήματα. Την ίδια κυβέρνηση που ξόδεψε 280 εκατομμύρια για να καταργήσει το συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ για ακίνητη περιουσία άνω των 250.000 ευρώ και έκρινε ως πολιτική της προτεραιότητα τη μείωση της φορολογίας για γονική παροχή άνω των 800.000 ευρώ. Την ώρα που δεν κάνει τίποτα για τη μείωση άμεσων και έμμεσων φόρων στα τρόφιμα και στα καύσιμα, για το πλαφόν στη ρήτρα αναπροσαρμογής των λογαριασμών του ρεύματος, για την φορολόγηση των υπερκερδών των ηλεκτροπαραγωγών, για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Ο χώρος υπάρχει, διαφέρουμε όμως στις προτεραιότητες.
Τσουνάμι ακρίβειας, πανδημική κρίση, δημόσια Υγεία, εργασιακά, οικονομία, φυσικές καταστροφές. Τελικά, η κυβέρνηση εμφορείται από ανεπάρκεια στη διαχείριση ή από μια πολιτική νοοτροπία που υπαγορεύει συγκεκριμένες επιλογές;
Και από τα δύο. Προφανώς και υπάρχουν σοβαρά θέματα αναποτελεσματικότητας και ανεπάρκειας σε όλες τις κρίσεις που κλήθηκε να διαχειριστεί. Προφανώς όμως παράλληλα υπάρχουν σταθερές ιδεοληψίες που βγαίνουν στην επιφάνεια σε κρίσιμα θέματα που απασχολούν την σύγχρονη κοινωνία. Το είδαμε στα εργασιακά, στο ασφαλιστικό, στους κρίσιμους χώρους της παιδείας και της υγείας. Το βλέπουμε σε όλες τις πολιτικές επιλογές που πάντα στοχεύουν στην εξυπηρέτηση των ημετέρων, στους λίγους και όχι σε εκείνους που το έχουν πραγματικά ανάγκη.
Φουντώνουν τα σενάρια που θέλουν το Μ. Μαξίμου να επεξεργάζεται αλλαγή του εκλογικού νόμου της ΝΔ. Στις πρώτες εκλογές, που διεξάγονται με απλή αναλογική, το ΚΙΝ.ΑΛΛ. θα πρέπει να μπει στη διαδικασία συζήτησης για συγκρότηση κυβέρνησης βάσει προγραμματικής συμφωνίας, εφόσον τα αποτελέσματα το επιτρέπουν; Ή να ακολουθήσει αυτόνομη πορεία σε κάθε περίπτωση;
Η αυτόνομη πορεία μας είναι αδιαπραγμάτευτη. Αυτή όμως αποτελεί την κυρίαρχη πολιτική μας στρατηγική στη βάση και της πάγιας αντίληψης μας ότι το ΠΑΣΟΚ δεν είναι κόμμα διαμαρτυρίας ή αντίδρασης, αλλά μια παράταξη με ιστορία, που δεν δίστασε ποτέ να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν, διεκδικώντας πάντα την εφαρμογή των προτάσεων και του προγράμματός της. Στις επόμενες εκλογές – ανεξαρτήτως εκλογικού συστήματος – ζητάμε τη δύναμη για να διαχειριστούμε εμείς «εντολή», να θέσουμε τους δικούς μας όρους, να επιβάλουμε τη δική μας προγραμματική κυβερνητική πολιτική. Αν όμως δεν έχουμε τη δύναμη αυτή, δεν πρόκειται να γίνουμε βολικό συμπλήρωμα κανενός απλώς και μόνο για να βγαίνουν οι αριθμοί.
Εκτιμάτε ότι το στίγμα που θέλει να δώσει στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝ.ΑΛΛ. η νέα ηγεσία έχει αποκρυσταλλωθεί στα μάτια της βάσης; Ποια είναι τα πολιτικά-ιδεολογικά χαρακτηριστικά στα οποία θα πρέπει, κατά τη γνώμη σας, να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση σε αυτή τη νέα πορεία;
Το πολιτικό στίγμα της παράταξης μας έχει συνέπεια και συνέχεια. Προφανώς και η νέα μας ηγεσία θα το συμπληρώσει με τις δικές της γωνίες και αιχμές. Όμως αντίστοιχα είναι προφανές ότι παραμένουμε αταλάντευτα προσηλωμένοι στο προοδευτικό και κοινωνικό της πρόσημο, στον βαθιά θεσμικό και δημοκρατικό της χαρακτήρα, στην πατριωτική της ταυτότητα. Με έμφαση στις δυνάμεις της εργασίας, του μόχθου και της παραγωγής, με σεβασμό και προστασία στα δημόσια αγαθά, στήριξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, απαντήσεις στις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης, του δημογραφικού και της ψηφιακής επανάστασης. Απαραίτητες προϋποθέσεις για να χτίσουμε ξανά την πολυπόθητη σχέση εμπιστοσύνης και ειλικρίνειας με τα πλατιά κοινωνικά στρώματα που αποτελούσαν πάντα τους πυλώνες της δημοκρατικής παράταξης.
Το ΚΙΝ.ΑΛΛ. ξεκίνησε τον δρόμο της αυτοοργάνωσής του με ορίζοντα το Συνέδριο του Μαΐου. Ποιο είναι το στοίχημα στο τέλος αυτής της διαδρομής;
Η δουλειά που θέλουμε να φέρουμε εις πέρας είναι διπλή. Από τη μία πλευρά η εξειδίκευση και καθετοποίηση των βασικών μας προγραμματικών επεξεργασιών, που θα δώσει απαντήσεις στα κρίσιμα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας και θα καταστήσει την παράταξη μας ρεαλιστική διέξοδο για την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών. Και από την άλλη πλευρά, η ανασυγκρότηση των οργανωτικών μας δομών, ο ενεργός διάλογος με τα μέλη και τους φίλους της παράταξης, η περαιτέρω κινητοποίηση της κοινωνικής μας βάσης, η γόνιμη αλληλεπίδραση με τους προοδευτικούς πολίτες, η δόμηση ενός υγιούς προοδευτικού κινήματος από κάτω προς τα πάνω. Είμαι σίγουρος ότι θα τα καταφέρουμε.