Είναι γεγονός πως η πανδημία που βιώνουμε τα τελευταία δύο χρόνια έχει αλλάξει ριζικά την καθημερινότητα μας, τόσο ως προς το υγειονομικό σκέλος της κρίσης, όσο και ως προς τις οικονομικές και κοινωνικές της επιπτώσεις. Το ζητούμενο, όμως, είναι, πώς αυτές τις αλλαγές, τις εμπειρίες και τις προκλήσεις τις αξιοποιούμε θετικά και παραγωγικά, προκειμένου να προετοιμάσουμε την επόμενη μέρα. Και να το κάνουμε με τρόπο που θα προλαμβάνει και όχι απλώς θα διαχειρίζεται κρίσεις και προβλήματα. Να το κάνουμε με τρόπο δίκαιο και βιώσιμο, με τρόπο που αφορά τους πολλούς. Που θα αποδεικνύει στην πράξη πως η ελληνική πολιτεία και το κράτος μπορεί να σταθεί δίπλα σε αυτούς που το έχουν πραγματικά ανάγκη.
Το πρώτο, λοιπόν, που ανέδειξε η πανδημία, είναι η αξία ενός αποτελεσματικού Εθνικού Συστήματος Υγείας, που αποτελεί κορυφαίο έργο του ΠΑΣΟΚ προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας οριζόντια. Ταυτόχρονα, όμως, ανέδειξε και τις ανεπάρκειες στις οποίες έχει σήμερα περιέλθει το ΕΣΥ, αφημένο στην απαξίωση του, παρά τις αντίξοες προσπάθειες των λειτουργών του, γιατρών και νοσηλευτών. Και μαζί με αυτό, την χωροταξική του αναντιστοιχία συγκριτικά με την πληθυσμιακή ανάπτυξη περιοχών της χώρας μας, τις τραγικές ελλείψεις σε προσωπικό, σε τεχνολογικό εξοπλισμό και κτιριακές εγκαταστάσεις. Μοιάζει ο χρόνος να έχει σταματήσει στο χθες, ενώ οι ανάγκες της κοινωνίας τρέχουν.
Για το λόγο αυτό ακριβώς, οι παρεμβάσεις ενίσχυσης του ΕΣΥ και η επανίδρυση του είναι επιβεβλημένη στη βάση ενός σύγχρονου εθνικού και περιφερειακού σχεδιασμού. Είναι όρος επιβίωσης της κοινωνίας, είναι όρος ανάπτυξης της χώρας, είναι προϋπόθεση για τη διασφάλιση της ποιότητας ζωής που δικαιούνται να απολαμβάνουν όλοι οι Έλληνες, όλες οι Ελληνίδες.
Στην Ανατολική Αττική ζουν και εργάζονται πάνω από 700.000 Έλληνες πολίτες, ενώ επιπλέον αυτού, η περιοχή υποδέχεται καθημερινά έναν τεράστιο αριθμό ταξιδιωτών, μέσω του Αεροδρομίου αλλά και των δύο λιμανιών, του Λαυρίου και της Ραφήνας. Έχει γρήγορη οδική πρόσβαση μέσω της Αττικής Οδού, δίκτυο μετρό και προαστιακού σιδηροδρόμου, περιβαλλοντικά, κοινωνικά και αναπτυξιακά χαρακτηριστικά που αναμφισβήτητα δημιουργούν συνθήκες πληθυσμιακής έκρηξης, αλλά και οικονομικής άνθισης της περιοχής.
Αυτή η ραγδαία συντελούμενη εξέλιξη, απαιτεί έναν ορθολογικό σχεδιασμό σε όλα τα επίπεδα, συμπεριλαμβάνοντας σύγχρονες πολεοδομικές μελέτες, ποιοτικές υποδομές, μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος, και πάνω από όλα αναβάθμιση των δομών και των παρεχόμενων υπηρεσιών Υγείας της περιοχής. Εξάλλου οι δομές Υγείας που υπάρχουν σε Αθήνα και Πειραιά, έχουν φθάσει στο όριο τους, με εμφανή σημάδια κορεσμού, ενώ η πρόσβαση στα νοσοκομεία και ιδίως τις ημέρες των εφημεριών για την αντιμετώπιση εκτάκτων περιστατικών, επιβαρύνεται από μία σειρά παραγόντων, όπως η κυκλοφοριακή συμφόρηση. Είναι επιβεβλημένο τα Νοσοκομεία του Λεκανοπεδίου να αποφορτιστούν, αλλά κυρίως, το αγαθό της Υγείας να είναι εύκολα και άμεσα προσβάσιμο σε όλους τους Έλληνες πολίτες, απαντώντας στο αίσθημα αδικίας των «πολιτών δύο ταχυτήτων» που συχνά κυοφορείται.
Προκύπτει, λοιπόν, με τρόπο αδιαπραγμάτευτο και αναμφισβήτητο, η ώριμη ανάγκη για τη δημιουργία Νοσοκομείου στην περιοχή της Ανατολικής Αττικής. Και μαζί με αυτό, για την αναβάθμιση των υπαρχόντων δομών υγείας, έτσι ώστε το δίκτυο των Κέντρων Υγείας που και σήμερα λειτουργεί στην περιοχή, με την ταυτόχρονη συμπλήρωση πρωτοβάθμιων δομών εκεί που δεν υπάρχουν, να μπορεί να υποστηρίξει την λειτουργία ενός σύγχρονου και ποιοτικού Νοσοκομείου Αναφοράς.
Το αίτημα και η διεκδίκηση αυτή δεν είναι προσωποπαγής ή «χρωματισμένη». Είναι η στοιχειωδώς αυτονόητη, που μπορεί να αγκαλιάσει τις αγωνίες και να απαντήσει στις καθημερινές ανάγκες εκατοντάδων χιλιάδων συμπολιτών μας. Αίτημα με καθολική αποδοχή από το σύνολο των αρμόδιων τοπικών αρχών, συλλογικοτήτων, ομάδων δράσης και με ήδη ειλημμένες αποφάσεις και πρωτοβουλίες αυτοδιοικητικών φορέων της Ανατολικής Αττικής. Αίτημα που εδράζεται σε κριτήρια αντικειμενικά, μακριά από οποιασδήποτε μορφής σκοπιμότητες, στοιχεία τοπικισμού ή συμφέροντα. Αίτημα που αφορά μία μεγάλη μερίδα των πολιτών της Αττικής, και την επιβεβλημένη ανάγκη να είμαστε δίπλα τους.
Αίτημα και διεκδίκηση, για την οποία θα σταθούμε δυναμικά στην πρώτη γραμμή.
Είναι, πλέον, ώρα οι πολιτικές αποφάσεις να έχουν πυξίδα το μέλλον και όχι τη μικροδιαχείριση του σήμερα, που μεταβάλλεται διαρκώς. Είναι ώρα να σχεδιάσουμε το αύριο με τρόπο οραματικό και αποτελεσματικό.
Και στην πρόκληση αυτή, θα είμαστε συνεπείς.