4 χρόνια από τη μέρα που έφυγε η Φώφη Γεννηματά. Μέρες που έμοιαζαν αιώνας, από την ανακοίνωση επιδείνωσης της υγείας της μέχρι την διαδρομή για το Α’ Νεκροταφείο. Δεν θα τις ξεχάσω ποτέ.
Είναι όμως άδικο, να τη θυμόμαστε μόνο για το τέλος.
Η πρόεδρος που κατάφερε αυτό που έμοιαζε ακατόρθωτο και κράτησε την παράταξη ζωντανή, ανέλαβε μια δουλειά που κανείς δεν ήθελε. Και την ανέλαβε με ψηλά το κεφάλι, όταν το δημόσιο ερώτημα ήταν «για πόσο ακόμα θα υπάρχει ΠΑΣΟΚ».
Ηταν από τους τελευταίους ανθρώπους που έζησαν από κοντά, για χρόνια, τα γρανάζια πίσω από τις πιο εμβληματικές στιγμές της Ελλάδας και τις μεγάλες προσωπικότητες που τις κατάφεραν. Τους είδε να κερδίζουν, αλλά τους είδε και να χάνουν. Τους είδε να αλλάζουν την Ελλάδα, αλλά τους είδε και να διστάζουν, να φοβούνται, να κάνουν λάθη. Όπως και αυτοί, έτσι και εκείνη, δεν αποδέχτηκαν ποτέ την μοίρα τους. Ηξεραν να επιμένουν. Ηξεραν πως πάντα υπάρχει μια επόμενη μέρα, ακόμα κι αν δεν θα είναι εδώ για να την δουν.
Η Φώφη δεν ήξερε μόνο να ενώνει. Κατανοούσε πως ο πολιτικός χρόνος δεν είναι γραμμικός ή νομοτελειακός και ήξερε πως δεν υπάρχει κανείς που θα μας σώσει, αν δεν αποφασίσουμε εμείς να σωθούμε. Το απέδειξε με το παράδειγμα της και αυτή η επιλογή ήταν μια απόφαση ζωής για το ΠΑΣΟΚ. Είναι ο λόγος που σήμερα έχουμε την ευκαιρία που έχουμε.
Εκείνη, σε μια τέτοια ερώτηση, δεν θα χρειαζόταν να απαντήσει. Απλώς θα χαμογελούσε και θα ξέραμε. Εμείς πρέπει να κάνουμε περισσότερα.
ΥΓ: Ένα από τα αγαπημένα της τραγούδια, προφανώς γιατί απαντούσε στις μάχες που έδινε καθημερινά για την παράταξη, στις πιο δύσκολες στιγμές της – από την εκδήλωση «αφιέρωμα» για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Ανδρέα Παπανδρέου.